Χρειάζεται ο κόσμος νέους ηγέτες;

Η ηγεσία είναι ένα αγαθό που φαίνεται να μην επαρκεί ποτέ.

Είτε η ηγεσία είναι κάτι που μαθαίνεται, είτε όχι, πράγμα που αποτελεί αντικείμενο μακροχρόνιας συζήτησης, η προσφορά ηγετών για τις επιχειρήσεις και την κοινωνία μάλλον δεν θα είναι ποτέ αρκετή για να ανταποκριθεί στη ζήτηση.

Πώς ξέρουμε ότι χρειαζόμαστε περισσότερους ηγέτες;

Το συμπέρασμα ότι η ζήτηση για ηγέτες δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην προσφορά προκύπτει από πολλές περιπτώσεις, όπου οι στόχοι και τα αποτελέσματα δεν επιτυγχάνονται σύμφωνα με τις προσδοκίες και τα σχέδια, καταλήγοντας σε μερική ή πλήρη αποτυχία. Επομένως, ο κύριος ένοχος που θα πρέπει να κατηγορηθεί είναι οι ηγέτες, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την οργάνωση των πόρων, αλλά και για να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης και κίνητρο για τους ανθρώπους, με σκοπό την επίτευξη των αποτελεσμάτων. Διαφορετικά, γιατί είναι ηγέτες;

Ο ρόλος της ποιότητας της ηγεσίας

Για να επιτευχθούν αποτελέσματα στις επιχειρήσεις και τη κοινωνία, και ο κόσμος να γίνει καλύτερος, δεν χρειαζόμαστε μέτριους ηγέτες. Αντίθετα, χρειαζόμαστε μερικούς ηγέτες υψηλού επιπέδου που διαθέτουν το κίνητρο, την αντοχή, τη σοφία, και τα ηθικά πρότυπα να ηγηθούν προς την κατεύθυνση της αειφορικής ευμάρειας.

Αρετές όπως η επιμονή και η αντοχή στα δύσκολα, αλλά και η ικανότητα αντίληψης των συναισθημάτων των άλλων, και ορθού προσδιορισμού των προβλημάτων και των απαιτήσεων που προκύπτουν από διάφορες καταστάσεις, σε συνδυασμό με την αδιάλειπτη τήρηση ενός σταθερού ηθικού κώδικα, είναι στοιχεία που μπορούν σίγουρα να κάνουν τη διαφορά ανάμεσα σε εμβληματικούς ηγέτες, και ηγέτες που ο κόσμος εύχεται να μην είχαν ποτέ αναρριχηθεί σε ηγετικές θέσεις.

Είναι δυνατόν να έχουμε έναν κόσμο χωρίς ηγέτες;

Στην πραγματικότητα, σε περιπτώσεις όπου ψάχνουμε ικανούς ηγέτες για να μας οδηγήσουν από το σημείο Α στο σημείο Β, με σκοπό την επίτευξη των σχετικών αποτελεσμάτων, δεν ψάχνουμε τίποτε άλλο από μία βελτιωμένη και εξιδανικευμένη εκδοχή του εαυτού μας.

Αμέσως μόλις αποτύχουμε να πειθαρχήσουμε τον εαυτό μας και να επιτύχουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα, αρχίζουμε να σκεφτόμαστε ότι θα ήμασταν καλύτερα υπό την αιγίδα ενός χαρισματικού ηγέτη, και τότε, αποφασίζουμε να παραχωρήσουμε την ατομική μας ελευθερία επιλογής και λήψης αποφάσεων, είτε εν μέρει, είτε ολοκληρωτικά, σε κάποιο άτομο, την ανωτερότητα του οποίου αναγνωρίζουμε.

Είναι ένα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο ζήτημα, το κατά πόσο μπορούμε να έχουμε μία κοινωνία χωρίς ηγέτες, διότι, όπως και να' χει, αναγνωρίζουμε σιωπηρά τη σημασία και τον ρόλο αυτού του ατόμου στην αντιστάθμιση των δικών μας μειονεκτημάτων. Εξάλλου, οι ηγέτες υπήρχαν ακόμη και στις πρωτόγονες κοινωνίες, και επομένως, απλά κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, αν νομίζουμε ότι οι σύγχρονες εξαιρετικά πολύπλοκες κοινωνίες μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς αυτούς. Είναι περισσότερο οι αρετές των ηγετών, αυτές που καθορίζουν την αξία της ύπαρξής τους.

Δημιουργία αξίας για τους μετόχους μέσω εξαγορών

Είναι αυτονόητο ότι, μέσω της υλοποίησης μίας στρατηγικής συγχωνεύσεων και εξαγορών, η αξία των μεριδίων των μετόχων αυξάνεται, καθώς εκφράζει υψηλότερη χρηματική αποτίμηση.

Η κεφαλαιακή βάση της επιχείρησης διευρύνεται, και η αξία της ενισχύεται μέσω της εξαγοράς περισσότερων λειτουργικών εγκαταστάσεων.

Στην ουσία, το κύριο πλεονέκτημα που σχετίζεται με την αξία για τους μετόχους είναι η δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για την ανάπτυξη συνεργειών εντός του νεοϊδρυθέντος ομίλου επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με τον Ansoff, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, στις συνέργειες που δημιουργούνται από συγχωνεύσεις ή εξαγορές, το άθροισμα των ενωμένων δυνάμεων δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων αντιπροσωπεύει μεγαλύτερο αριθμό από τον μαθηματικό αριθμό που είναι το αποτέλεσμα της πρόσθεσης.

Επομένως, στην περίπτωση συνεργειών, "2+2=5”, που δείχνει το μεγεθυντικό αποτέλεσμα της συνέργειας, με τη μορφή της ενοποιημένης ισχύος ενός ομίλου επιχειρήσεων.

Συνεπώς, η πιθανότητα για μια επιχείρηση να επιτύχει μεγαλύτερη κερδοφορία, με ακόμη πιο αποδοτικό τρόπο, αυξάνεται, οδηγώντας σε αύξηση της αγοραίας αξίας της επιχείρησης, η οποία μεταφράζεται σε υψηλότερη αξία για τους μετόχους.

Επίσης, υψηλότερη κερδοφορία σημαίνει υψηλότερα μερίσματα, αυξάνοντας πάλι την αξία για τους μετόχους.

Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα μίας συγχώνευσης ή μίας εξαγοράς, το οποίο μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο για τους επενδυτές και να γίνουν μέτοχοι στη νέα επιχειρηματική οντότητα, είναι η προοπτική της μελλοντικής ανάπτυξης.

Πράγματι, η μελλοντική εξέλιξη και ανάπτυξη μίας επιχείρησης είναι θέμα μείζονος σημασίας τόσο για τους διοικούντες, όσο και για τους μετόχους, αφού: α) κάθε επιχειρηματική οντότητα θα πρέπει να θεωρείται δρώσα οικονομική οντότητα, η λειτουργία της οποίας δεν εξαντλείται σε βραχυπρόθεσμους στόχους, αλλά επεκτείνεται σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, και β) επειδή, άσχετα από τις βραχυπρόθεσμες μεταβολές της χρηματιστηριακής αγοράς, οι οποίες, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μίας χρηματιστηριακής "φούσκας" ή χειραγώγησης των τιμών από κερδοσκόπους, η πίστη στην εσωτερική αξία μίας μετοχής, και ο υπολογισμός και η εκτίμηση αυτής της αξίας, μπορεί να παρέχουν τις σωστές πληροφορίες σε επενδυτές και μελλοντικούς μετόχους.

Γίνεται κατανοητό ότι η αξία για τους μετόχους, η οποία προκύπτει από κάποια συγχώνευση ή εξαγορά, θα πρέπει πάντα να εξετάζεται σε μεσοπρόθεσμο με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Βέβαια, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, και όντως, δεν υπάρχει τίποτα που να απαγορεύει τη δημιουργία μίας επιχείρησης ως αποτέλεσμα μίας συγχώνευσης, να εμφανίζονται βραχυπρόθεσμα ή ακόμη και άμεσα κέρδη.

Όμως, κάποιος που είναι ήδη, ή πρόκειται να γίνει, μέτοχος, θα πρέπει να είναι προσεκτικός, και να εξετάζει τη δυνατότητα να επενδύσει στη μετοχή μίας επιχείρησης, με βάση την εκτίμηση της δυνατότητας της επιχείρησης να αναπτύξει και να διευρύνει τις δραστηριότητές της μακροπρόθεσμα, παράγοντας, επομένως, πιο σταθερά κέρδη.

Το παρόν άρθρο είναι μετάφραση του άρθρου μου από τα αγγλικά, με τίτλο: How to create shareholder value through acquisitions.

Διαβάστε επίσης:

Ο Ροβινσώνας Κρούσος και η ηθική της μοναξιάς

Σήμερα, πάνω από 9 εκατομμύρια άνθρωποι στη Βρετανία, δηλαδή σχεδόν το ένα πέμπτο του πληθυσμού, περιγράφουν τον εαυτό τους ως μοναχικό. Ο πιο διάσημος φανταστικός ναυαγός της ιστορίας, ο Ροβινσώνας Κρούσος, αποτελεί το εφαλτήριο για την Μπάρμπαρα Τέιλορ, καθώς αυτή εξετάζει τη μεταβολή της συμπεριφοράς προς τη μοναχικότητα, και το πώς ξεκίνησε η σύγχρονη ιδέα της μοναξιάς.

Σε όλη την καταγεγραμμένη ιστορία, οι άνθρωποι υπέφεραν από ανεπιθύμητη μοναξιά. "Η απομόνωση", όπως έγραψε ο ποιητής Τζον Ντον το 1623, μετά από ένα διάστημα καραντίνας εξαιτίας μίας σοβαρής ασθένειας, "είναι ένα μαρτύριο χειρότερο από την ίδια την κόλαση". Ο τρόπος που χρησιμοποιεί όμως ο Ντον την 'απομόνωση' εδώ, αντί για τη 'μοναξιά', μαρτυρεί μία σημαντική ιστορική αλλαγή.

Η 'μοναξιά' όπως τη γνωρίζουμε σήμερα ως μία σύγχρονη έννοια, η οποία ανάγεται στον 19ο αιώνα, και οι όροι, με τους οποίους περιγράφεται, διαφέρουν πολύ από τον τρόπο, με τον οποίο, η απομόνωση γινόταν αντιληπτή κατά τους προηγούμενους αιώνες. Σήμερα, οι μοναχικοί άνθρωποι αντιμετωπίζονται με συμπάθεια, και γίνονται προσπάθειες για να περιοριστεί η απομόνωσή τους. Όταν οι άνθρωποι επιλέγουν τη μοναχική ζωή, είτε για θρησκευτικούς, είτε για δημιουργικούς, λόγους, αυτή η επιλογή τους γίνεται σεβαστή. Παρότι θεωρούμε αυτή τη στάση ως δεδομένη, διαφέρει κάθετα από τις πολύ αρνητικές απόψεις για την απομόνωση, οι οποίες συνηθίζονταν στο παρελθόν.

Αν τους ζητηθεί να ονομάσουν ένα μοναχικό άτομο από την ιστορία, πολλοί άνθρωποι μπορεί να διαλέξουν τον Ροβινσώνα Κρούσο, τον φανταστικό αφηγητή του μυθιστορήματος του Ντάνιελ Ντεφόου, του 1719. Στους τρεις αιώνες από τότε που εμφανίστηκε ο Κρούσος, έχει γίνει σύμβολο της απομόνωσης, με την 28ετή διαμονή του σε ένα ακατοίκητο νησί της Καραϊβικής να θεωρείται η σημαντικότερη απεικόνιση της μοναξιάς στη δυτική λογοτεχνία. Πολλοί συγγραφείς πριν από τον Ντεφόου είχαν στοχαστεί τη μοναχική ζωή, αλλά κανείς δεν την είχε περιγράψει με τόσο γλαφυρές λεπτομέρειες.

Όμως, ως μία ιστορία απομόνωσης, το βιβλίο επιφυλάσσει κάποιες εκπλήξεις. Οι περισσότεροι από εμάς που φανταζόμαστε τον εαυτό μας στην κατάσταση του Κρούσου, μάλλον πιστεύουμε ότι θα τρελαινόμασταν, και πράγματι, κάποιοι από τους πραγματικούς ναυαγούς, πάνω στους οποίους ο Ντεφόου βάσισε τον ήρωά του, τελικά τρελάθηκαν. Ο Κρούσος, όμως, όχι μόνο τα 'χει τετρακόσια, αλλά σπάνια παραπονιέται για αυτό που σήμερα ονομάζουμε "μοναξιά", αν και τα παράπονά του, όταν τελικά έρχονται, σου ραγίζουν την καρδιά.

Αντικρίζοντας ένα ναυάγιο κοντά στο νησί του, στο οποίο δεν επέζησε κανένας από το πλήρωμα, θρηνεί για τη δυστυχία του: "Αχ, μακάρι να είχαν επιζήσει κάνα-δυο, αλλά μπα, ούτε ψυχή δεν γλύτωσε από αυτό το καράβι... και να είχα και εγώ έναν σύντροφο, μια αδελφή ψυχή, να μου μιλά και να συζητάμε!".

Ο πολυάσχολος επιχειρηματίας

Αλλά αυτές οι στιγμές είναι σπάνιες, καθώς καταπιάνεται με το χτίσιμο ενός σπιτιού, τις αγροτικές καλλιέργειες, και την εξημέρωση αγριοκάτσικων, δηλαδή, όλα εκείνα τα αγαθά έργα που τόσο συνεπήραν γενιές νέων εξερευνητών, οι οποίοι, όπως σχολίασε ένας αναγνώστης της Γεωργιανής εποχής, δεν ήταν "τόσο εντυπωσιασμένοι από τις δυσκολίες της κατάστασης του αναχωρητή, όσο από τις ενθουσιώδεις προσπάθειες που αυτός καταβάλει για να τις ξεπεράσει". Τόσο επιτυχημένες είναι αυτές οι προσπάθειες, που μέσα σε λίγα χρόνια, το νησί του Κρούσου γίνεται ένα ακμάζον "μικρό βασίλειο", το οποίο ο ίδιος διοικεί με μεγάλη ευχαρίστηση. Έτσι, αν και είναι χαρούμενος, μετά από ένα τέταρτο του αιώνα μοναξιάς, που αποκτά έναν σύντροφο (τον "πιστό του άγριο", τον Παρασκευά), στον σημερινό αναγνώστη, η χαρά του αυτή φαίνεται παραδόξως υποτονική.

Ακόμη πιο απρόσμενοι είναι οι επανειλημμένοι ισχυρισμοί του ότι είναι πιο ευτυχισμένος στη "Μοναχική Κατάστασή" του, από ό, τι σε "οποιαδήποτε συγκεκριμένη χώρα του κόσμου". Γιατί είναι ο Κρούσος τόσο ευτυχισμένος στη μοναξιά του;

Ο ήρωας του Ντεφόου είναι μία εξιδανικευμένη εκδοχή του ίδιου, στον (εξαιρετικά αποτυχημένο) ρόλο του ως αυτοδημιούργητου επιχειρηματία. Οι εντυπωσιακές προσπάθειες του Κρούσου κατευθύνουν την αφήγηση, με την μοναξιά του να αναδεικνύει την αυτάρκεια και την επίπονη προσπάθειά του. Καθώς ο ίδιος καμαρώνει για τις καλλιέργειες και τα κατσίκια του, η μοναξιά του Κρούσου διαχέεται από το ενθουσιώδες πνεύμα της οικονομικής επιχειρηματικότητας.

Όσο απομονωμένος και αν είναι, όμως, ο Κρούσος δεν είναι ποτέ εντελώς μόνος. Ως κοσμικός άνθρωπος, στην αρχή δεν γνωρίζει τίποτε γι' αυτό, αλλά στα μισά της εξορίας του υφίσταται μία θρησκευτική αφύπνιση, και από εκεί και ύστερα, γεύεται τη χαρά της θεϊκής φιλίας. Ωστόσο, ο Ντεφόου ήταν ένας παθιασμένος προτεστάντης, ο οποίος, όπως και οι περισσότεροι προτεστάντες, αποστρεφόταν τις θρησκευτικές πρακτικές των καθολικών, συμπεριλαμβανομένου και του μοναχισμού.

Κατηγορήθηκε, λοιπόν, ότι προωθούσε τον μοναχισμό στον 'Ροβινσώνα Κρούσο'; Πιθανόν, αλλά δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες που να το επιβεβαιώνουν αυτό. Πάντως, έναν χρόνο αργότερα, και ενώ εξακολουθούσε να γράφει ως Κρούσος, άρχισε να ξεκαθαρίζει τις απόψεις του, σε ένα δοκίμιο που εμφανίστηκε εκ των υστέρων, κατά τη διαμονή του στο νησί το 1720, με τίτλο: 'Σοβαροί προβληματισμοί κατά τη διάρκεια της ζωής και των συναρπαστικών περιπετειών του Ροβινσώνα Κρούσου' (1720).

Βέβηλη μοναξιά

Το εν λόγω δοκίμιο αποτελεί απερίφραστη στηλίτευση του μοναχικού βίου. Η μοναχική ύπαρξη, γράφει ο Κρούσος/Ντεφόου, είναι "πολύ κακό πράγμα", "παράβαση των χριστιανικών καθηκόντων", και "βιασμός της ανθρώπινης φύσης". Η αναχώρηση από την κοινωνία είναι εγωιστική και ανίερη. Συνιστά παράβαση της υποχρέωσης να φροντίζει κάποιος τον πλησίον του, και αφαιρώντας την ηθική προστασία της ενάρετης συντροφιάς, αφήνει τον ερημίτη να γίνει βορά των πονηρών, και ακόμη και σατανικών, πειρασμών (η επιρροή του διαβόλου θεωρούνταν από παλιά μείζων κίνδυνος για τον ερημίτη).

Αποφαίνεται ότι κάθε εκούσια απομόνωση είναι "έκνομη", όποιο και αν είναι το εικαζόμενο κίνητρο, συμπεριλαμβανομένης "κάθε μορφής θρησκευτικής μόνωσης εν είδει ερημικού βίου", διότι ένα πιστός χριστιανός θα πρέπει να μπορεί να επικοινωνεί με τον Θεό παντού. Ο Κρούσος/Ντεφόου επιμένει ότι η μόνη πραγματική μοναχικότητα των χρόνων που πέρασε στην εξορία έγκειται "στο ότι στοχάστηκε γύρω από θαυμαστά πράγματα", και όλα τα άλλα ήταν απλά "αποκλεισμός από τον κόσμο και την ανθρώπινη κοινωνία".

Ούτε δείχνει καμία συμπάθεια για τον μοναχικό του εαυτό, όπως ήταν πριν τη μεταστροφή του, καθώς παραδέχεται ότι ξόδευε άσκοπα τον χρόνο του τότε. Ένας άνθρωπος, σχολιάζει, "μπορεί να αμαρτήσει μόνος του με διάφορους τρόπους" (μία πιθανή αναφορά στον αυνανισμό, μία ευρέως κατακριτέα αμαρτία της μοναξιάς). Οι άνθρωποι χρειάζονται καλή παρέα για να είναι ενάρετοι.

Ίσως η στηλίτευση να ήταν πράξη εξευμενισμού των επικριτών, ή ίσως να εξέφραζε πιο ώριμες απόψεις του Ντεφόου, καθώς αυτός πραγματοποιούσε μία ανασκόπηση της ιστορίας του Κρούσου. Όπως και να 'χει, κατά τη διατύπωση τέτοιων στάσεων, ευθυγραμμιζόταν απόλυτα με την κρατούσα άποψη.

Από την αρχαιότητα και έπειτα, η απομόνωση απαξιώθηκε με αυτόν ακριβώς τον τρόπο, δηλαδή, ως μία αφύσικη, απάνθρωπη, και ανήθικη κατάσταση. Μόνο λίγοι εκλεκτοί - φιλόσοφοι, άγιοι, ποιητές - μπορεί να είναι θεμιτό να είναι απομονωμένοι, και ακόμη και αυτοί συχνά δέχτηκαν κριτική για αυτό το πράγμα. Οι κοινοί θνητοί που προτίμησαν τη μοναξιά από την κοινωνικότητα, καταδικάστηκαν ασυζητητί.

Άτομα, τα οποία, μέσω του θανάτου, της εγκατάλειψης, ή άλλης ατυχίας, αναγκάστηκαν να υποστούν τη μοναξιά - πολύ πιο σπάνια στις παραδοσιακές κοινωνίες, απ' ό, τι σήμερα - ήταν συχνά αντικείμενο υποψίας, ειδικά αν παρουσίαζαν κάποια από τις ψυχοπαθολογικές καταστάσεις που σχετίζονταν με τη απομόνωση (μελαγχολία, μισανθρωπία, παραφροσύνη).

Από την καταδίκη στη συμπάθεια

Η απομόνωση είχε τους υπερασπιστές της, αλλά αυτοί ήταν ως επί το πλείστον η μειοψηφία. Μόλις στα τέλη του 18ου αιώνα, αυτή η εκούσια μοναξιά πήρε τον ρομαντικό, συναισθηματικό χαρακτήρα της - την περίφημη "ευδαιμονία της μοναξιάς" - όμως συχνά, οι ερημίτες εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζονται με αποδοκιμασία. Και μάλλον έπρεπε να μπει για τα καλά ο 19ος αιώνας, για να θεωρηθούν 'μοναχικά', τα άτομα που υπέφεραν από ανεπιθύμητη μοναξιά. Λέω "μάλλον", γιατί η ιστορία της μοναχικότητας και της μοναξιάς μόλις έχει αρχίσει να ερευνάται, και πολλά πράγματα εξακολουθούν να μην είναι κατανοητά.

Είναι σαφές, όμως, ότι στους τρεις αιώνες από τη δημοσίευση του 'Ροβινσώνα Κρούσου', η μοναχικότητα έχει απεκδυθεί τη φήμη της ως μίας ανίερης, φαύλης κατάστασης. Η ηθική καταδίκη έχει αντικατασταθεί από την αποδοχή, και ακόμη και τον θαυμασμό της επιλεκτικής μοναξιάς - από μία μικρή μερίδα της σύγχρονης κοινωνίας - και την ευρεία συμπάθεια για τα μοναχικά άτομα, τα οποία αποτελούν ένα τόσο μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού μας.

Ίσως οι θρήνοι του Κρούσου για τη μοναξιά του, όσοι πρόσκαιροι και αν είναι, να σηματοδοτούν την αρχή της μεταμόρφωσής του, καθώς ο ναυαγός ναυτικός, αγναντεύοντας το άδειο πέλαγος, αισθάνεται "τόσο δυνατή την επιθυμία της παρέας με τους συνανθρώπους του" που το σώμα του συγκλονίζεται από αυτήν. Σήμερα, είναι αυτός ο φρικτός πόνος, περισσότερο από τις προσπάθειες του Κρούσου για την επιβίωση, που μας αγγίζει, καθώς σκεφτόμαστε τα εκατομμύρια των συνανθρώπων μας που υποφέρουν από αυτήν, την πιο μοναχική από τις σύγχρονες μορφές δυστυχίας.

Το παρόν άρθρο είναι μετάφραση του άρθρου: "Robinson Crusoe and the morality of solitude" από τα αγγλικά, και δημοσιεύεται στο παρόν ιστολόγιο με βάση τους όρους της άδειας Attribution 4.0 International (CC BY 4.0) Creative Commons.

Διαβάστε επίσης: